Η μουσική ως γλώσσα

Wednesday, March 16, 2016 - 19:00

Πολλές φορές έχω πιάσει τον εαυτό μου να ανεβαίνει στο stage και να σκέφτεται "πρέπει να παίξω καλά γιατί τον τελευταίο καιρό μελετάω πολύ ή γιατί είναι από κάτω συνάδελφοι μουσικοί, μαθητές και καθηγητές, ερασιτέχνες και επαγγελματίες" (δεν έχει σημασία, όλοι στο ίδιο παιχνίδι παίζουμε). Όταν συμβαίνει αυτό σχεδόν όλες τις φορές δεν παίζω καλά. Δεν παίζω άσχημα, το καθήκον μου το κάνω και μάλλον και ο κόσμος δεν καταλαβαίνει τι γίνεται στο μυαλό μου. Αν και νομίζω ο ακροατής, το κοινό, νιώθει αν κάτι είναι αληθινό. Άσχετα με νότες, τεχνική και ό,τι άλλο απασχολεί εμάς τους μουσικούς, νιώθει ότι κάτι λείπει από αυτή τη συζήτηση που εξελίσσεται την δεδομένη στιγμή. 

 

Όλοι έχουμε βρεθεί σε μια τέτοια συζήτηση που νιώθουμε ότι ο συνομιλητής μας κάτι κρύβει ή δεν εννοεί όλες τις λέξεις που βγαίνουν απ' το στόμα του. Και δεν φταίει το στόμα του αλλά το μυαλό του. Κάτι κάνει βόλτες στο μυαλό του εντελώς άσχετο με το θέμα της συζήτησης που το πιο πιθανόν να αφορά τον ίδιο και όποια ανασφάλεια - μουσική ή προσωπική - έχει παρά τους συνομιλητές του. Και συνήθως οι απέναντι του το νιώθουν αυτό, το πιο πιθανόν είναι να νιώθουν άβολα χωρίς ακριβώς να ξέρουν τον λόγο. Το ίδιο συμβαίνει και την ώρα που συζητάς με το κοινό μέσω της μουσικής. 

 

Πάντα παρομοιάζω την μουσική ως μια ξένη γλώσσα που βέβαια έχουμε επαφή μαζί της από πολύ νωρίς στη ζωή μας. Όταν τελικά ξεκινάμε να μαθαίνουμε αυτή τη γλώσσα υπάρχουν δύο περιπτώσεις, ή ξεκινάς να ακούς προσεκτικά τη γλώσσα και προσπαθείς να μιμηθείς αυτό που ακούς ή πας σε κάποιον που την ξέρει καλά και σε καθοδηγεί. Και οι δύο περιπτώσεις εξυπηρετούν τον σκοπό αν και ο συνδυασμός των δύο θεωρώ είναι ο ιδανικός τρόπος μάθησης μιας γλώσσας.

 

Θυμάμαι μικρός που έβλεπα ταινίες, παρατηρούσα τους υπότιτλους και άρχιζα σιγά σιγά να μαθαίνω κάποιες λέξεις και μετά προτάσεις στα αγγλικά. Μπορεί να μην ήταν δικές μου προτάσεις αλλά έλεγα κάτι. Ήξερα τι σήμαινε η πρόταση, που βέβαια απλά την φώναζα όπου να 'ναι και σε όποιον να 'ναι, και συνήθως αυτός ο όποιος δεν με θεωρούσε πολύ σοβαρό συνομιλητή (άσχετα με την ηλικία μου). Μετά έκανα μαθήματα αγγλικών και άρχισα να καταλαβαίνω την σημασία κάθε γράμματος, λέξης, πρότασης και παραγράφου... οι ήχοι που έβγαιναν από το στόμα μου άρχισαν να έχουν κάποιο νόημα και άρχισα να βρίσκω συνομιλητές που να ενδιαφέρονται για αυτά που είχα να πω.

 

Λένε ότι αν θες να μάθεις καλά μια γλώσσα μετακόμισε στη χώρα που την μιλάνε. Την ακούς από ανθρώπους που την ξέρουν καλά και να τη χειρίζονται σωστά ανάλογα τη συζήτηση. Η κάθε γλώσσα έχει τη δική της δυναμική και ίδιες λέξεις ανάλογα με την ένταση, τον τρόπο έκφρασης και το θέμα, μπορεί να σημαίνουν εντελώς διαφορετικά πράγματα. Το ίδιο και οι νότες! 

 

Με την μουσική έχουμε την τύχη να τη βρίσκουμε στο δωμάτιο ή το σαλόνι μας, χωρίς να χρειαστεί να κουνήσουμε το δαχτυλάκι μας μπορούμε να ακούσουμε όποιον δίσκο ή μπάντα θέλουμε ανα πάσα στιγμή. Παρατηρούμε και μαθαίνουμε πως χρησιμοποιεί ο κάθε μουσικός τις ίδιες λέξεις που αρχίζουμε να μαθαίνουμε και εμείς. Αρχίζουν και μπαίνουν όλα σε μια τάξη και αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε τη γλώσσα. Βέβαια η αληθινή συζήτηση γίνεται όταν το ζεις αυτό ζωντανά. Να βλέπεις και να νιώθεις τον συνομιλητή και αν όντως αυτό που έχει να πει το εννοεί και είναι αληθινό. Συμβαίνει εκείνη την ώρα μπροστά σου χωρίς να έχει σημασία το πριν και το μετά. Εκείνη την ώρα παίρνεις αυτό που έχει να πει ο κάθε μουσικός. Ή σε αγγίζει και απολαμβάνεις τη στιγμή ή σε αφήνει αδιάφορο και παίρνεις ότι είναι να κερδίσεις από όλο αυτό. Σημασία έχει ότι ήσουν εκεί και αυτό δείχνει ότι σε ενδιαφέρει να μάθεις.

 

Εκεί που θέλω να καταλήξω με όλα αυτά είναι ότι η στιγμή που ανεβαίνουμε στη σκηνή έχουμε υποχρέωση να σεβαστούμε τους συνομιλητές μας (συμπαίκτες και κοινό), να τους κρατήσουμε το ενδιαφέρον, οχι απαραίτητα με τι νότες θα παίξουμε αλλά για ποιον λόγο τις παίζουμε και να καταλήξουμε σε μια αληθινή συζήτηση με νόημα. Αυτό συμβαίνει όταν καταφέρνουμε να "ξεχάσουμε" τα γράμματα, τις λέξεις και τις προτάσεις που έχουμε μάθει και αναλύσει στην μελέτη μας. Σκεφτείτε την ώρα της εκτέλεσης ως ένα αληθινό γέλιο ή κλάμα ή ακόμα και θυμό. Εκείνη τη στιγμή η κάθε συμπεριφορά μας είναι αυθόρμητη και αληθινή, ο άλλος το νιώθει, αυτά που λέμε έχουν σημασία για εμάς και μετά για αυτόν που είναι δίπλα μας. Οπότε το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να αδειάζουμε το μυαλό μας από οτιδήποτε άσχετο και να φροντίζουμε να περνάμε καλά ώστε η κάθε στιγμή να έχει θετικό αντίκτυπο πρώτα στον εαυτό μας αλλά και σε όσους μας παρακολουθούν.


Μάριος Ιωάννου

Ξεκίνησε να ασχολείται με τα τύμπανα σε ηλικία 16 ετών και έκανε τα πρώτα του βήματα με σχολικές μπάντες. Το 2002 φτάνει στην Αθήνα και ξεκινάει μαθήματα με τον Γιώργο Μητσοτάκη για 2 χρόνια.